Είχα μια μεγάλη σκηνή, όχι τόσο μεγάλη σαν αυτή που σκέφτεσαι να αγοράσεις, αλλά κι η δική μου γύρω στα 22τ.μ. εμβαδόν με ύψος στα 2 μ. Ζύγιζε 24 κιλά και την είχα αγοράσει για να την εγκαταστήσω σε έναν ιδιόκτητο χώρο μου (κτήμα με ελιές), ο οποίος έχει κάποια υποδομή (νερό, γεννήτρια) αλλά του έλλειπαν και πράγματα, όπως ας πούμε ένα μόνιμο υπόστεγο τύπου πέργκολας για να οροστατεύει τη σκηνή. Η λογική ήταν να δημιουργήσω κάτι σαν προσωπικό camping την εποχή που δεν είχα ακόμα δική μου οικογενεια και παιδιά. Δηλαδή την εποχή που η θέρμανση ας πούμε ή η ασφάλεια των μονοπατιών στο κτήμα είχαν δευτερεύουσα σημασία.
Η εναλλακτική στη σκηνή θα ήταν να χτίσω κάτι πιο μόνιμο, που ο χρόνος μου, η τότε (εν πολλοίς και τώρα) προσέγγισή μου στη ζωή και βεβαίως τα οικονομικά μου δεν μου το επέτρεπαν.
Το πράγμα λειτούργησε στην αρχή, αλλά νομίζω ότι αυτό συνέβη διότι κι εγώ και τον περιβάλλον μου υπήρξαμε ενθουσιασμένοι με την ιδέα. Το αντίσκηνο φυλασσόταν στην αποθηκούλα του κτήματος, στηνόταν όποτε πήγαινα και ξεστηνόταν όταν έφευγα. Το καλοκαίρι στηνόταν στα μέσα Ιουνίου και έμενε στημένη μέχρι και το τέλος Σεπτέμβρη σχεδόν, αφού κι εγώ να ήμουν εκεί όλο και κάποιοι άλλοι τη χρησιμοποιούσαν. Η διαδικασία του στησίματος ήταν χρονοβόρα. Να φανταστείς πως μόνο για την τέντα που έβαζα από πάνω της για να την προστατεύει (γι αυτό λέω παραπάνω πως θα χρειαζόταν ένα μόνιμο υπόστεγο) δαπανούσα σχεδόν μισή ώρα. Εν ολίγοις και με ρεαλιστικούς χρόνους ένα διωράκι μέσα στο νερό για να την στήσω και να ετοιμαστώ κι εγώ, να κάνω ένα μπάνιο να φύγουν οι σκόνες κ.λπ. Το ίδιο και λίγο χειρότερα στο ξεστήσιμο.
Εκτός καλοκαιριού το πράγμα γινόταν ακόμα πιο δύσκολο, γιατί είχα περιορισμένο χρόνο, μόνο μια- δυο μέρες στη διάθεσή μου και να νυχτώνει νωρίς και να πρέπει να στήσεις με το φως από μια λάμπα και τους προβολείς του αυτοκινήτου... Ένα βράδυ που έφτασα αργά προτίμησα να στήσω μια άλλη μικρή σκηνή σε πέντε λεπτά και βεβαίως το άλλο πρωΐ δεν σκέφτηκα καν να στήσω τη μεγάλη, αφού το ίδιο απόγευμα θα επέστρεφα στην Αθήνα.
Την πρώτη χρονιά τον Σεπτέμβριο την πήρα μαζί μου με την προοπτική μήπως πάω σε κανένα κάμπινγκ και τη στήσω. Για ελεύθερο φυσικά ούτε να το διανοηθώ.
Δεν την πήγα τελικά ποτέ σε κάμπινγκ. Και στην ιδέα μόνο ότι πρέπει να στήσω και να ξεστήσω τόση ώρα ξενέρωνα. Άσε που αμφιβάλω αν στα περισσότερα κάμπινγκ θα έβρισκα θέση να την χωρέσει. Η αλήθεια είναι πως μόνο που σκεφτεσαι τα 24 κιλά που πρέπει να κατεβάσεις μέχρι το αυτοκίνητο απελπίζεσαι... Για μέρη με αέρα όπως στις Κυκλάδες δεν το συζητάω. Αν την έστηνα στην Φολέγανδρο θα την έψαχνα στην Ανάφη...
Τη δεύτερη χρονιά αποφάσισα να την αφήσω μόνιμα στημένη στο κτήμα. Φυσικά το σημείο που βρισκόταν ήταν σε μαλακό και αποψιλωμένο έδαφος με προστατευτικό μουσαμά από κάτω, φυσικά υπήρχε η τέντα που λέγαμε από πάνω, φυσικά -τουλάχιστον εγώ- την χειριζόμουν με προσοχή. Οι πρώτες φθορές άρχισαν να εμφανίζονται στο τέλος του δεύτερου καλοκαιριού. Παραδόξως το καλοκαίρι παρουσίαζε πιο έντονες φθορές από τον χειμώνα, ίσως γιατί το καλοκαίρι τη χρησιμοποιούσαμε περισσότερο. Με επισκευές κια μπαλώματα άντεξε τελικά 4 χρόνια, εκ των οποίο τα 3 διαρκώς στημένη. Νομίζω πως είναι καλή επίδοση. Την ονομάζαμε Δαρείο γιατί την πρώτη φορά που την είδε στημένη μια φίλη είπε: "ρε `σεις, αυτή είναι σαν τη σκηνή του Δαρείου!"
Ο "Δαρείος" σήμερα έχει γίνει "δωρητής οργάνων" και με τα κομμάτια το επισκευάζω που και που καμμιά άλλη σκηνή. Τον θυμάμαι πάντα με αγάπη και πολλά γέλια για τις φάσεις που περάσαμε μαζί, αλλά αντίσκηνο στο ίδιο μέγεθος δεν θα αγόραζα ποτέ πια. Νομίζω ότι είναι τόσο περιοριστικό σε βάρος, τοπογραφικές ανάγκες και χρόνο, που τελικά χάνει το νόημα της η κατασκήνωση.
Παρ` ότι πλέον έχω οικογένεια με δύο παιδιά, θεωρώ ανώτατα όρια τα 14-15 κιλά βάρους (φαντάσου η Drummond της Outwell που ζυγίζει πάνω από 40 κιλά) και τη μισή (ρεαλιστικά, με στρώματα και όλα τα σχετικά) ώρα στησίματος και από τότε που εφαρμόζω αυτόν τον κανόνα περνάμε όλοι μια χαρά.
Καλή επιλογή και καλές κατασκηνώσεις να έχεις!