Δεύτερη χρονιά φέτος στο κάμπινγκ «Καστάνης», και όσο κι αν φαίνεται παράξενο ήταν ένας από τους πιο σοβαρούς λόγους που ξαναπήγα φέτος στην Αμοργό (και γενικά στη ζωή μου στο ίδιο μέρος). Πήγα από 30 Ιουνίου έως 15 Ιουλίου. Είναι μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που μπορείς να πεις «κάθε χρόνο και καλύτερα». Είναι όπως τα είπαν και οι προηγούμενοι. Ωστόσο κάτι που δεν διαφημίζουν ιδιαίτερα οι ιδιοκτήτες, είναι ότι τα περισσότερα προϊόντα της κουζίνας είναι δικής τους παραγωγής, τα ίδια που τρώει και η οικογένεια που το έχει, καθώς και πως οι τιμές του εστιατορίου είναι αυτές που θα έπρεπε να είναι σε όλη την Ελλάδα, αλλά που σπάνια το βρίσκεις, ακόμα και σήμερα. Τρώγαμε και πίναμε (μέχρι σκασμού) μια οικογένεια τριών ατόμων με 19 ευρώ. (Δηλαδή ίδιες και καλύτερες τιμές με του απαράμιλλου «Γιωργαλίνη», στο Βρούτση, αλλά σε απόσταση αναπνοής από τη σκηνή μας). Ευγένεια, χαμόγελο, προσωπική επαφή, πυκνές σκιές, ησυχία, επαγγελματισμός, καθαριότητα, παραδοσιακή ελληνική φιλοξενία, σχεδόν οικογενειακό (με τη θετική σημασία της οικειότητας και της ψυχικής θαλπωρής) περιβάλλον. Ακόμα και η πιο παράλογη απαίτησή μας, γινόταν πραγματικότητα από αυτά τα χαμογελαστά παιδιά. Έχω πάει έως σήμερα σε 53 νησιά. Πουθενά δεν συνάντησα τέτοιο κάμπινγκ και τόσο εξυπηρετικούς επαγγελματίες, τέτοιες τιμές σε σύγκριση με τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Πρώτη φορά πηγαίνω στο ίδιο νησί για δεύτερη φορά, κι αυτό οφείλεται
1) στην ιδανική διαμονή στο κάμπινγκ «Καστάνης» 2) Στο «Γιασεμί» στη Χώρα, με τα υπέροχα γλυκά, πρωινά, καφέδες, ποτά, θέα, ατομάκια που το δουλεύουν κλπ. 3) στην παραλία της Αγίας Άννας, στα βραχάκια. Έτσι μάλλον βρήκα που θα ριζώσω τα επόμενα καλοκαίρια μου, διότι και του χρόνου εκεί θα είμαι, μάλλον το ίδιο διάστημα. Αφιερώνω στα παιδιά του κάμπινγκ ολόψυχα το τραγούδι από «παγκάκι σε παγκάκι» του Γραμμένου (παιδιά, ακούστε το δυνατά) και κάνω υπομονή μέχρι το επόμενο καλοκαίρι.